του Σταύρου Θεοδωράκη
Περιμένοντας και την τυπική ανακοίνωση του ονόματος του πολιτικού που βρέθηκε με 178 μαύρα εκατομμύρια στον λογαριασμό του, θέλω να σας πω μια ιστορία. Είμαστε στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Ο αντιπρόσωπος μιας ξένης εταιρίας περνάει την πόρτα ενός υπουργικού γραφείου. Τον έχει καλέσει ο υπουργός αλλά τελικά θα δει την γυναίκα του και δύο συμβούλους του. Ο ένας σε ρόλο μεταφραστή καθότι τα αγγλικά της κυρίας είναι επιπέδου «χαι ντου γιου ντου»...
Μετά τις συστάσεις και τους καφέδες η κυρία υπουργού πάει κατευθείαν στο ψητό. «Εμείς πόσα θα πάρουμε;». Ο ξένος κάνει πως δεν καταλαβαίνει και παρακαλεί να του εξηγήσουν με περισσότερα λόγια τι εννοεί η κυρία. «Εμείς πρέπει να πάρουμε το 15%». Ο αντιπρόσωπος - που δεν ήταν και χθεσινός – χαμογελά αλλά δεν συμφωνεί. Εξηγεί ότι δεν πιστεύει ότι μπορεί να δοθεί μίζα πάνω από το 0.7%. Το νούμερο φαίνεται γελοίο στην κυρία υπουργού η οποία επαναλαμβάνει ότι δεν πέφτουν κάτω από 15%. Επικρατεί ένα μικρό χάος, κανείς δεν είναι σίγουρος για τι ποσά μιλάμε και λίγο πριν την τελική ρήξη, ο ξένος παίρνει ένα χαρτί και προσπαθεί να αποδείξει στην ομήγυρη ότι και το 0.7% δεν είναι καθόλου λίγο αλλά αντιστοιχεί σε πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια (δραχμές τότε).
Το χαρτί περνάει στα χέρια της κυρίας υπουργού η οποία αντί άλλης απάντησης σχεδιάζει ένα μεγαλοπρεπές 10% και επιστρέφει το χαρτί στον ξένο. Η κατάρρευση του ήταν ακαριαία. Μέχρι εκείνη τη στιγμή και όσο τα παζάρια ήταν προφορικά ο ξένος είχε μείνει με την εντύπωση ότι η κυρία υπουργός ζητούσε 1.5% και τώρα συνειδητοποιούσε ότι αυτή ζητούσε 15% και με τα ζόρια το είχε κατεβάσει στο 10%! Η συνάντηση διεκόπη με τον αντιπρόσωπο να μονολογεί ότι αυτά τα λεφτά δεν υπάρχουν. Λίγες μέρες μετά βέβαια, η εταιρία του, επανέκαμψε – με άλλον διαπραγματευτή – και η συμφωνία λέγεται ότι κλείστηκε στο 7% (δέκα φορές πάνω από κάθε άλλη μίζα που είχε δώσει ποτέ η εταιρία).
Κάπως έτσι οι διεθνείς «προμηθευτές» αποφάσισαν ότι είναι τρελοί αυτοί οι Έλληνες και κάπως έτσι η Ελλάδα γέμισε με υποβρύχια που γέρνουν, αεροπλάνα που δεν πετάνε (αν δεν μπουν πρόσθετα συστήματα), τάνκς που θέλουν νέα πυροβόλα. Και δεν ήταν μόνο ο στρατός βέβαια. Οι εκσυγχρονισμοί στις τηλεπικοινωνίες, στην ενέργεια, τα ναυπηγεία, τα υπουργεία, τις μεταφορές στοίχισαν στον ελληνικό λαό περισσότερα λεφτά από οποιοδήποτε άλλο σημείο του δυτικού κόσμου. Όσοι κλέψανε, κλέψανε πολύ σε αυτή τη χώρα. Μαζί με τους πολιτικούς έπρεπε να τραφεί και ένα κομματικό, επιχειρηματικό και εκδοτικό σύστημα με αντιπροσώπους, ενδιάμεσους και προστάτες. Και τώρα που είναι της μόδας στην Ευρώπη και στην Αμερική οι επιχειρήσεις «καθαρά χέρια», ανακαλύπτουμε συνομιλίες, έγγραφα ακόμη και χαρτιά ξενοδοχείων που μαρτυρούν αυτή την ληστρική βουλιμική συμπεριφορά. Σαράντα εκατομμύρια σε τέσσερις δόσεις ένας πράσινος υπουργός, 178 εκατομμύρια ένας γαλάζιος (για να αναφέρω τις αποκαλύψεις μόνο των τελευταίων 24ώρων). Οι πράσινοι τα πήραν τρώγοντας σε εστιατόριο ξενοδοχείου της Βιέννης (sic), οι γαλάζιοι τα πήραν κατευθείαν στο λογαριασμό τους (cool). Κανείς φόβος, μόνο θράσος. Και ίσως εδώ να έγκειται το πρόβλημα. Τα τελευταία χρόνια η καταλήστευση του κράτους έπαψε να είναι ντροπή, έγινε σχεδόν μαγκιά.
Περιμένοντας και την τυπική ανακοίνωση του ονόματος του πολιτικού που βρέθηκε με 178 μαύρα εκατομμύρια στον λογαριασμό του, θέλω να σας πω μια ιστορία. Είμαστε στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Ο αντιπρόσωπος μιας ξένης εταιρίας περνάει την πόρτα ενός υπουργικού γραφείου. Τον έχει καλέσει ο υπουργός αλλά τελικά θα δει την γυναίκα του και δύο συμβούλους του. Ο ένας σε ρόλο μεταφραστή καθότι τα αγγλικά της κυρίας είναι επιπέδου «χαι ντου γιου ντου»...
Μετά τις συστάσεις και τους καφέδες η κυρία υπουργού πάει κατευθείαν στο ψητό. «Εμείς πόσα θα πάρουμε;». Ο ξένος κάνει πως δεν καταλαβαίνει και παρακαλεί να του εξηγήσουν με περισσότερα λόγια τι εννοεί η κυρία. «Εμείς πρέπει να πάρουμε το 15%». Ο αντιπρόσωπος - που δεν ήταν και χθεσινός – χαμογελά αλλά δεν συμφωνεί. Εξηγεί ότι δεν πιστεύει ότι μπορεί να δοθεί μίζα πάνω από το 0.7%. Το νούμερο φαίνεται γελοίο στην κυρία υπουργού η οποία επαναλαμβάνει ότι δεν πέφτουν κάτω από 15%. Επικρατεί ένα μικρό χάος, κανείς δεν είναι σίγουρος για τι ποσά μιλάμε και λίγο πριν την τελική ρήξη, ο ξένος παίρνει ένα χαρτί και προσπαθεί να αποδείξει στην ομήγυρη ότι και το 0.7% δεν είναι καθόλου λίγο αλλά αντιστοιχεί σε πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια (δραχμές τότε).
Το χαρτί περνάει στα χέρια της κυρίας υπουργού η οποία αντί άλλης απάντησης σχεδιάζει ένα μεγαλοπρεπές 10% και επιστρέφει το χαρτί στον ξένο. Η κατάρρευση του ήταν ακαριαία. Μέχρι εκείνη τη στιγμή και όσο τα παζάρια ήταν προφορικά ο ξένος είχε μείνει με την εντύπωση ότι η κυρία υπουργός ζητούσε 1.5% και τώρα συνειδητοποιούσε ότι αυτή ζητούσε 15% και με τα ζόρια το είχε κατεβάσει στο 10%! Η συνάντηση διεκόπη με τον αντιπρόσωπο να μονολογεί ότι αυτά τα λεφτά δεν υπάρχουν. Λίγες μέρες μετά βέβαια, η εταιρία του, επανέκαμψε – με άλλον διαπραγματευτή – και η συμφωνία λέγεται ότι κλείστηκε στο 7% (δέκα φορές πάνω από κάθε άλλη μίζα που είχε δώσει ποτέ η εταιρία).
Κάπως έτσι οι διεθνείς «προμηθευτές» αποφάσισαν ότι είναι τρελοί αυτοί οι Έλληνες και κάπως έτσι η Ελλάδα γέμισε με υποβρύχια που γέρνουν, αεροπλάνα που δεν πετάνε (αν δεν μπουν πρόσθετα συστήματα), τάνκς που θέλουν νέα πυροβόλα. Και δεν ήταν μόνο ο στρατός βέβαια. Οι εκσυγχρονισμοί στις τηλεπικοινωνίες, στην ενέργεια, τα ναυπηγεία, τα υπουργεία, τις μεταφορές στοίχισαν στον ελληνικό λαό περισσότερα λεφτά από οποιοδήποτε άλλο σημείο του δυτικού κόσμου. Όσοι κλέψανε, κλέψανε πολύ σε αυτή τη χώρα. Μαζί με τους πολιτικούς έπρεπε να τραφεί και ένα κομματικό, επιχειρηματικό και εκδοτικό σύστημα με αντιπροσώπους, ενδιάμεσους και προστάτες. Και τώρα που είναι της μόδας στην Ευρώπη και στην Αμερική οι επιχειρήσεις «καθαρά χέρια», ανακαλύπτουμε συνομιλίες, έγγραφα ακόμη και χαρτιά ξενοδοχείων που μαρτυρούν αυτή την ληστρική βουλιμική συμπεριφορά. Σαράντα εκατομμύρια σε τέσσερις δόσεις ένας πράσινος υπουργός, 178 εκατομμύρια ένας γαλάζιος (για να αναφέρω τις αποκαλύψεις μόνο των τελευταίων 24ώρων). Οι πράσινοι τα πήραν τρώγοντας σε εστιατόριο ξενοδοχείου της Βιέννης (sic), οι γαλάζιοι τα πήραν κατευθείαν στο λογαριασμό τους (cool). Κανείς φόβος, μόνο θράσος. Και ίσως εδώ να έγκειται το πρόβλημα. Τα τελευταία χρόνια η καταλήστευση του κράτους έπαψε να είναι ντροπή, έγινε σχεδόν μαγκιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου